Στις 13 Ιουνίου 2025, το Ισραήλ εξαπέλυσε συντονισμένη στρατιωτική επίθεση σε ιρανικούς στρατιωτικούς και πυρηνικούς στόχους, μεταξύ άλλων στις εγκαταστάσεις του Natanz και του Khorramabad. Μεταξύ των θυμάτων συγκαταλέγεται και ο Hossein Salami, αρχηγός των Φρουρών της Επανάστασης. Το Τελ Αβίβ χαρακτήρισε την επιχείρηση «προληπτική», επικαλούμενο την πρόοδο του Ιράν στον εμπλουτισμό ουρανίου.
Όμως η επίθεση αυτή δεν ήταν μεμονωμένη: αποτελεί κορύφωση μιας στρατηγικής δεκαετιών, που συνδέεται με γεωπολιτικά, οικονομικά και τεχνολογικά συμφέροντα.
Κλιμάκωση χωρίς θεσμική νομιμοποίηση – Η μονομερής επιθετικότητα του Ισραήλ
Ορισμένες πηγές, όπως ο στρατηγός ε.α. Wesley Clark, έχουν αναφερθεί ήδη από το 2007 σε εσωτερικά σχέδια του Πενταγώνου για αλλαγή καθεστώτος σε επτά κράτη της Μέσης Ανατολής, με τελικό στόχο το Ιράν. Το think tank Brookings Institution, στην έκθεσή του “Which Path to Persia?” (2009), παρουσιάζει επιλογές που περιλαμβάνουν στρατιωτικό πλήγμα μέσω τρίτων (Ισραήλ), ενίσχυση αντικαθεστωτικών ή διπλωματικές πρωτοβουλίες με σκοπό την πολιτική απονομιμοποίηση της Τεχεράνης.
Η επιδείνωση των σχέσεων ΗΠΑ–Ιράν κορυφώθηκε με τη δολοφονία του Qasem Soleimani (3 Ιανουαρίου 2020), την επαναφορά των κυρώσεων, αλλά και την ενίσχυση των ισραηλινών στρατιωτικών ενεργειών με άτυπη δυτική στήριξη.
Το Ισραήλ έχει εφαρμόσει συστηματικά μια στρατηγική «προληπτικών» χτυπημάτων σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή, καταστρέφοντας στρατιωτικές και πολιτικές υποδομές σε Συρία, Λίβανο, Παλαιστίνη και Ιράν χωρίς προηγούμενη επίθεση από τα εν λόγω κράτη. Οι επιχειρήσεις αυτές, χωρίς έγκριση από τον ΟΗΕ, συνιστούν κατά νομικούς αναλυτές παραβίαση του άρθρου 2(4) του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, που απαγορεύει τη χρήση βίας εναντίον της εδαφικής ακεραιότητας άλλου κράτους.
Από το 2020 έως το 2025:
- Πραγματοποιήθηκαν πάνω από 350 ισραηλινές αεροπορικές επιδρομές σε συριακό έδαφος (CSIS, Syrian Observatory for Human Rights).
- Έγιναν τουλάχιστον 12 επιχειρήσεις εντός του Ιράν, περιλαμβανομένων δολοφονιών επιστημόνων και στρατιωτικών στελεχών.
- Σημειώθηκαν επιθέσεις σε διπλωματικές αποστολές (όπως το χτύπημα στο ιρανικό προξενείο στη Δαμασκό τον Απρίλιο 2024).
- Καταγράφηκε δολοφονία εντός Τεχεράνης, όπως αυτή του Ισμαΐλ Χανίγια τον Μάιο 2024.
Καμία από αυτές τις ενέργειες δεν έχει καταδικαστεί από το Συμβούλιο Ασφαλείας, κυρίως λόγω του βέτο των ΗΠΑ, οι οποίες εξακολουθούν να παρέχουν πολιτική και στρατιωτική κάλυψη στο Ισραήλ.
Αυτό δεν αναιρεί, ωστόσο, ότι και το Ιράν ακολουθεί μια επιθετική περιφερειακή στρατηγική. Ως αυταρχική θεοκρατία με καταπιεστική εσωτερική πολιτική, στηρίζεται σε δίκτυα επιρροής μέσω παρακρατικών οργανώσεων (proxy groups), συχνά εκτός των πλαισίων του διεθνούς δικαίου και εις βάρος της κυριαρχίας αδύναμων κρατών. Η Χεζμπολάχ, που ιδρύθηκε με ιρανική υποστήριξη τη δεκαετία του ’80 ως απάντηση στην ισραηλινή κατοχή του Νοτίου Λιβάνου, εξελίχθηκε σε παραστρατιωτική δύναμη που συνέβαλε στην αποσταθεροποίηση της λιβανικής πολιτικής τάξης.
Ωστόσο, σε επίπεδο διακρατικών σχέσεων, η πλέον συστηματική παραβίαση του διεθνούς δικαίου καταγράφεται απο το Ισραήλ — με επαναλαμβανόμενες μονομερείς επιθέσεις σε ξένες επικράτειες και με τη διατήρηση πυρηνικού οπλοστασίου εκτός κάθε διεθνούς ελέγχου.
Το Ισραήλ επικαλείται «προληπτική» άμυνα. Πρόκειται όμως για ένα δόγμα με βαθιές ρίζες. Το 1967, ο Πόλεμος των Έξι Ημερών ξεκίνησε με ισραηλινή επίθεση κατά της Αιγύπτου, υπό το επιχείρημα της «επικείμενης απειλής». Το ίδιο σκεπτικό ενσωματώθηκε από τις ΗΠΑ στην Εθνική Στρατηγική Ασφαλείας του 2002 και εφαρμόστηκε στο Ιράκ το 2003 — με καταστροφικά αποτελέσματα και με βάση κατηγορίες για όπλα μαζικής καταστροφής που ποτέ δεν επιβεβαιώθηκαν.
Το στρατηγικό υπόβαθρο: «A Clean Break»
Το 1996, ομάδα Αμερικανών νεοσυντηρητικών συμβούλων, με επικεφαλής τον Richard Perle, εκπόνησε για λογαριασμό του τότε Ισραηλινού πρωθυπουργού Benjamin Netanyahu την έκθεση A Clean Break: A New Strategy for Securing the Realm. Το έγγραφο αυτό πρότεινε μια ριζική μετατόπιση της ισραηλινής στρατηγικής: εγκατάλειψη των ειρηνευτικών διαδικασιών του Όσλο και ανάληψη επιθετικής, μονομερούς δράσης για την αποδυνάμωση εχθρικών καθεστώτων στη Μέση Ανατολή, ξεκινώντας από τη Συρία και φτάνοντας ως το Ιράν. Πολλές από τις ιδέες της έκθεσης υιοθετήθηκαν αργότερα στη στρατηγική των ΗΠΑ μετά την 11η Σεπτεμβρίου, με σαφές αποτύπωμα στις επιχειρήσεις «αλλαγής καθεστώτος». Το Clean Break παραμένει κρίσιμο για την κατανόηση της γεωπολιτικής συνέχειας μεταξύ ισραηλινής και αμερικανικής στρατηγικής στην περιοχή.
Το JCPOA και η κατάρρευση της πολυμερούς διπλωματίας
Το Ιράν υπέγραψε το 2015 τη συμφωνία JCPOA με τις ΗΠΑ, τη Ρωσία, την Κίνα και την ΕΕ, δεχόμενο περιορισμούς στον εμπλουτισμό ουρανίου και εντατικούς ελέγχους από την IAEA. Ωστόσο, το 2018 οι ΗΠΑ αποσύρθηκαν μονομερώς και επανέφεραν κυρώσεις, καταστρέφοντας τις βάσεις της συμφωνίας.
Η τελευταία έκθεση της IAEA (Μάιος 2025) επιβεβαιώνει ότι το Ιράν εμπλουτίζει ουράνιο σε ποσοστά έως και 60%, αλλά δεν υπάρχει τεκμηρίωση για κατασκευή πυρηνικού όπλου. Η ανώτατη θρησκευτική ηγεσία επιμένει στη θεολογική απαγόρευση χρήσης πυρηνικών. Η ιρανική πρόταση για δημιουργία Ζώνης Ελεύθερης από Πυρηνικά Όπλα στη Μέση Ανατολή απορρίπτεται σταθερά από το Ισραήλ, που δεν έχει υπογράψει τη Συνθήκη Μη Διάδοσης (NPT).
Το 2021–2023, οι διαπραγματεύσεις για την αναβίωση του JCPOA απέτυχαν. Η Ουάσινγκτον ζητούσε απόλυτη συμμόρφωση χωρίς εγγυήσεις. Το Ιράν, μετά από χρόνια δυτικών ασυνέπειων, αρνήθηκε.
Τον Φεβρουάριο 2025, ο Τραμπ επανέφερε την πολιτική «μέγιστης πίεσης» και έδωσε προθεσμία για νέα συμφωνία. Δύο ημέρες πριν την έναρξη διαλόγου ήρθε η επίθεση. Ο διάλογος, όπως φαίνεται, δεν ήταν ποτέ ο στόχος.
Από τη στρατιωτική πίεση στη γεωοικονομική ανάσχεση
Η πίεση που ασκείται στο Ιράν δεν περιορίζεται στο πεδίο των όπλων. Από το 2024, η Τεχεράνη εντάχθηκε στους BRICS+ μαζί με άλλες χώρες, προωθώντας ενεργά την αποδολαριοποίηση των διεθνών συναλλαγών. Η χρήση εναλλακτικών νομισμάτων όπως το γιουάν, το ρούβλι και το ρούπι αυξάνεται, ενώ το Ιράν συμμετέχει σε ενεργειακές και επενδυτικές συμφωνίες χωρίς χρήση δολαρίου.
Το IMF και η BIS καταγράφουν μικρή αλλά σταθερή μείωση της κυριαρχίας του δολαρίου στα παγκόσμια αποθεματικά. Η Ουάσινγκτον αντιμετωπίζει την εξέλιξη αυτή όχι ως φυσιολογική διαφοροποίηση, αλλά ως στρατηγική απειλή στην παγκόσμια ηγεμονία της. Η πίεση προς το Ιράν εξυπηρετεί πλέον και στόχους χρηματοπιστωτικής υποταγής, πέρα από τη γεωπολιτική απομόνωση.
Η νέα αρχιτεκτονική εξουσίας: Όταν η Silicon Valley φοράει στολή
Στις 13 Ιουνίου, την ίδια ημέρα με την επίθεση στο Ιράν, η Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ ανακοίνωσε τη δημιουργία του Detachment 201 – Executive Innovation Corps, εντάσσοντας στελέχη των Palantir, Meta και OpenAI με ρόλους αξιωματικών (βαθμός αντισυνταγματάρχη). Πρόκειται για την επίσημη στρατιωτικοποίηση της Big Tech, και την ενσωμάτωση του τεχνολογικού κεφαλαίου στο στρατιωτικο-βιομηχανικό πλέγμα.
Η Palantir, ήδη συμβεβλημένη με την CIA και το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ, αναπτύσσει λογισμικά παρακολούθησης, πρόβλεψης και στοχοποίησης, ενώ ο CEO της έχει δηλώσει ότι η εταιρεία του "κατασκευάζει προϊόντα που σκοτώνουν". Η νέα μορφή πολέμου δεν στηρίζεται πλέον μόνο στα drones και τα όπλα, αλλά στα δεδομένα, στους αλγόριθμους και στο cloud.
Αυτό που κάποτε περιγραφόταν ως «στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα» έχει μεταλλαχθεί σε στρατιωτικο-τεχνολογικο-οικονομικό σύστημα εξουσίας, όπου η βία ασκείται εξ αποστάσεως, χωρίς στρατούς, μέσα από ψηφιακές πλατφόρμες.
Ανθεκτικότητα αντί για κατάρρευση
Παρά την αιφνιδιαστική ισραηλινή επίθεση και την απώλεια ανώτερων στελεχών, το Ιράν κατάφερε να πλήξει στόχους υψηλής αξίας στο Ισραήλ, όπως το Ινστιτούτο Weizmann και εγκαταστάσεις υψηλής τεχνολογίας στη Beersheba. Οι επιθέσεις, παρότι περιορισμένες, ανέδειξαν αδυναμίες στο σύστημα Iron Dome και προκάλεσαν πολιτικό αντίκτυπο.
Σύμφωνα με την Τράπεζα του Ισραήλ, οι άμεσες ξένες επενδύσεις μειώθηκαν κατά 60% το 2023, και η σύγκρουση με το Ιράν επιδεινώνει περαιτέρω το επενδυτικό κλίμα. Στο εσωτερικό του Ιράν, σύμφωνα με παρατηρητές (Middle East Institute, Al Monitor), δεν καταγράφηκε εσωτερική αναταραχή. Αντίθετα, σημειώθηκε συσπείρωση, ακόμη και μεταξύ φιλελεύθερων επικριτών του καθεστώτος, γεγονός που υποδεικνύει ότι η στρατηγική "αλλαγής καθεστώτος" μέσω πίεσης και πλήγματος δεν αποδίδει. Οι κοινωνικές αντοχές σε χώρες με εμπειρία κυρώσεων και πολέμων δεν συγκρίνονται με εκείνες δυτικών κοινωνιών.
Συμπεράσματα
Η επιχείρηση της 13ης Ιουνίου δεν ήταν απλώς μία ακόμη «προληπτική επίθεση». Ήταν ένα σημείο καμπής. Μια πράξη υψηλού ρίσκου, που στοχεύει στην οριστική αναχαίτιση του Ιράν ως ανεξάρτητου γεωστρατηγικού πόλου — πολιτικά, τεχνολογικά, οικονομικά.
Η επίμονη ατιμωρησία του Ισραήλ και η συγκάλυψη από τη Δύση πλήττουν πλέον την ίδια τη νομιμοποίηση των διεθνών θεσμών. Ταυτόχρονα, η παγκόσμια σκηνή μετασχηματίζεται: BRICS, CIPS, κινεζικό κεφάλαιο, αμερικανικό ψηφιακό σύμπλεγμα, τεχνολογική εξουσία και αποδολαριοποίηση συνθέτουν ένα νέο τοπίο.
Η διαχείριση αυτής της κρίσης θα δείξει αν η διεθνής κοινότητα μπορεί να προστατεύσει μια πολυμερή, δίκαιη τάξη — ή αν ο κόσμος μας εισέρχεται επίσημα στην εποχή των τετελεσμένων.
Υ.Γ. Η προσωρινή εκεχειρία
Στις 24 Ιουνίου ανακοινώθηκε μια εύθραυστη εκεχειρία μεταξύ Ιράν και Ισραήλ. Δεν υπήρξε επίσημη συμφωνία, μόνο μια σιωπηρή συνεννόηση για παύση επιχειρήσεων. Κι όμως, αυτή η παύση δεν σημαίνει εκτόνωση. Στην πραγματικότητα, αποτυπώνει τη μετάβαση σε έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο στη Μέση Ανατολή — αυτή τη φορά με παγκόσμιες διαστάσεις.
Το Ιράν σήμερα βαδίζει σε τεντωμένο σχοινί. Από τη μία, δεν θέλει να διαρρήξει τις πρόσφατες, προσεκτικά χτισμένες σχέσεις με αραβικές χώρες όπως η Σαουδική Αραβία. Από την άλλη, επιδιώκει να διατηρήσει το –σπάνιο– εσωτερικό μομέντουμ συσπείρωσης, αποφεύγοντας μακροχρόνιες φθορές στους συμμάχους του και στις ήδη πιεσμένες οικονομίες τους.
Και πάνω απ’ όλα, δεν έχει κανέναν λόγο να προσφέρει στις ΗΠΑ ή στο Ισραήλ το πρόσχημα που χρειάζονται για μια πιο ανοιχτή στρατιωτικοποίηση της περιοχής.